Οι ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου (ΙΦΝΕ) είναι χρόνιες ασθένειες που χαρακτηρίζονται από χρόνια και υποτροπιάζουσα φλεγμονή του γαστρεντερικού συστήματος. Η νόσος του Crohn (CD) και η ελκώδης κολίτιδα (UC) είναι οι δύο συχνότερες και πιο μελετημένες. Η ακριβής αιτιολογία της εμφάνισης τους δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητή, με διάφορους περιβαλλοντικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των διαιτητικών θρεπτικών συστατικών, να φαίνεται ότι ενδεχομένως συμβάλλουν στην παθογένεια της νόσου. Οι ΙΦΝΕ χαρακτηρίζονται από υφέσεις και εξάρσεις. Η CD  μπορεί να προσβάλει οποιοδήποτε σημείο του γαστρεντερικού σωλήνα με τη φλεγμονή να εισβάλει στα βαθύτερα στρώματα του πεπτικού σωλήνα, ενώ η UC αφορά μόνο το παχύ έντερο και η φλεγμονή εκτείνεται μόνο στο βλενογόννο.

Τα άτομα με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη διατήρηση μιας καλής θρέψης και ισορροπημένης διατροφής, λόγω των συμπτωμάτων της νόσου, των επιπλοκών και της φαρμακευτικής αγωγής.

Κύρια Συμπτώματα ασθενών με ΙΦΝΕ

Κατά τη διάρκεια έξαρσης της νόσου οι ασθενείς εμφανίζουν διάρροια, αυξημένη κινητικότητα εντέρου, κοιλιακό πόνο, ναυτία, έμετο, αίμα κόπρανα, δυσκοιλιότητα, απώλεια όρεξης, κόπωση και απώλεια βάρους. Επιπλέον, η σοβαρής μορφής διάρροια μπορεί να προκαλέσει αφυδάτωση, μείωση σωματικών υγρών, θρεπτικών ουσιών και ηλεκτρολυτών (νάτριο, κάλιο, μαγνήσιο και φώσφορο).

Ένα άλλο πιθανό σύμπτωμα η αιμορραγία που οφείλεται σε πληγές. Χρόνια απώλεια αίματος μπορεί να οδηγήσει τελικά σε αναιμία, η οποία εάν αφεθεί ανεξέλεγκτη, μπορεί να προκαλέσει κόπωση.

Η αυξημένη κινητικότητα του εντέρου μπορεί να οδηγήσει ένα άτομο με ΙΦΝΕ σε αποφυγή πρόσληψης τροφής για την αποφυγή συμπτωμάτων. Η απώλεια βάρους μπορεί να είναι αποτέλεσμα συνεχούς διάρροιας και η απώλειας της όρεξης λόγω κοιλιακού πόνου, ναυτίας, έμετου, ή επιδείνωσης της διάρροιας. Επιπλέον, η φλεγμονώδης διαδικασία στη νόσο του Crohn και στην ελκώδη κολίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη κατανάλωση αποθηκευμένης ενέργειας και καταστροφή των ιστών του σώματος, που συχνά οδηγούν σε απώλεια βάρους παρά την επαρκή θερμιδική πρόσληψη.

Μια από τις επιπλοκές των ΙΦΝΕ είναι η μειωμένη οστική πυκνότητα (οστική μάζα). Η σοβαρής μορφής απώλεια οστικής πυκνότητας αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης και οστικών καταγμάτων. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε ανεπαρκής πρόσληψη ασβεστίου, κακή απορρόφηση ασβεστίου, βιταμίνης D, μειωμένη φυσική δραστηριότητα, φλεγμονή ή και μακροχρόνια χρήση φαρμάκων όπως τα κορτικοστεροειδή. Το ασβέστιο βοηθά στη δημιουργία και διατήρηση υγιών οστών και δοντιών, ενώ η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για τη χρήση του ασβεστίου στο σώμα.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη στην Ιταλία, παρατηρήθηκε ένα αυξημένο ενδιαφέρον των ασθενών με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου να γνωρίσουν τον ρόλο της διατροφής στις ΙΦΝΕ. Στόχος αυτής της μελέτης ήταν να εκτιμήσει τον τρόπο με τον οποίο η νόσος επηρέασε τις διατροφικές συνήθειες των ασθενών με ΙΦΝΕ και να προσδιορίσει εάν ο περιορισμός τροφίμων στους ασθενείς ήταν υπεύθυνος για τη χαμηλή ανοργανοποίηση των οστών. Πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στους 90 ασθενείς με ΙΦΝΕ που συμμετείχαν στη μελέτη.

Η διαχείριση της διατροφής στις ΙΦΝΕ είναι μια ανεκπλήρωτη ανάγκη, όπως δήλωσαν οι ασθενείς. Το 70% των ασθενών δήλωσε ότι θα ήθελαν να λάβουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διατροφή από το γαστρεντερολόγο τους. Όπως αναφέρετε στη μελέτη, οι κλινικοί ιατροί σπάνια έχουν τον απαιτούμενο χρόνο για αυτό το είδος παρέμβασης κατά τη διάρκεια της επίσκεψης των ασθενών. Ως εκ τούτου, οι ασθενείς με ΙΦΝΕ θα μπορούσαν να επωφεληθούν από ένα ξεχωριστό επαγγελματία υγείας, το διαιτολόγο. Ο ρόλος της συμβουλευτικής διατροφής έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικός ενάντια στις διατροφικές ανεπάρκειες ασθενών με ΙΦΝΕ.

70% των ασθενών δήλωσαν ότι από δική τους απόφαση απέφευγαν τουλάχιστον ένα είδος τροφής από τη διατροφή τους, με μια επίσης πρόσφατη έρευνα στην Ολλανδία να αναφέρει αντίστοιχο ποσοστό 76,5% όπου ο αποκλεισμός τροφίμων σύμφωνα με τους ασθενείς έγινε να μειωθούν τα συμπτώματα της ασθένειας. Το 51,6% των ασθενών απέφευγε τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Η ανεπαρκής πρόσληψη ασβεστίου επιβεβαιώθηκε στο 80% των συνολικών ασθενών και στο 97% των γυναικών και αυτό συμβαδίζει με προηγούμενες μελέτες που δείχνουν ότι οι περισσότεροι ασθενείς με ΙΦΝΕ δεν εξασφαλίζουν την συνιστώμενη πρόσληψη ασβεστίου μέσω της διατροφής. Τα επίπεδα βιταμίνης D, βρέθηκαν επίσης να είναι ανεπαρκή, επιβεβαιώνοντας ότι οι ασθενείς με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου εμφανίζουν συχνά χαμηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης D ορού.

Η κλινική σημασία της ανεπάρκειας ασβεστίου και βιταμίνης D αφορά κυρίως την υγεία των οστών, καθώς σε ασθενείς με ΙΦΝΕ έχουν παρατηρηθεί υψηλά ποσοστά οστεοπόρωσης και οστεοπενίας σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.

Δεδομένου ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα αποτελούν την κύρια πηγή ασβεστίου και βιταμίνης D, ερευνήθηκε η συσχέτιση μεταξύ των διατροφικών περιορισμών και της χαμηλής ανοργανοποίησης των οστών. Τα αποτελέσματα εντόπισαν ότι οι διατροφικοί περιορισμοί και ειδικά η αποφυγή των γαλακτοκομικών προϊόντων αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για τη μείωση της ανοργανοποίησης των οστών, γεγονός που υποδηλώνει ότι δεν πρέπει να ενθαρρύνονται «περιττοί» αποκλεισμοί τροφίμων. Αυξημένο κίνδυνο για χαμηλή ανοργανοποίηση των οστών κατέχουν οι γυναίκες, οι καπνιστές, ασθενείς με κατάχρηση στεροειδών και άτομα με χαμηλό δείκτη μάζας σώματος όπως φάνηκε στη μελέτη, επιβεβαιώνοντας προηγούμενα ευρήματα.

Μόνο το ένα τρίτο των ασθενών υποστήριξαν ότι οι διαιτητικές παρεμβάσεις αποτελούν συμπληρωματική θεραπεία για την ΙΦΝΕ, ενώ το 20% των ασθενών δήλωσε ότι αποφεύγει να φάει σε εξωτερικούς χώρους ή να μοιραστεί το ίδιο φαγητό με την οικογένεια του, προκειμένου να αποφύγει μια υποτροπή της νόσου. Το 42% των ασθενών δήλωσε ότι η παρουσία της νόσου επηρεάζει την απόλαυση του φαγητού. Επομένως, υπάρχει μια αναγκαιότητα καλύτερης διαχείρισης και προβολής των διατροφικών συνηθειών στους ασθενείς με ΙΦΝΕ που θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα ζωής τους.

Υπάρχει ειδική διατροφή για τους ασθενείς με ΙΦΝΕ? 

Δεν υπάρχει μια ενιαία διατροφή ή ένα κοινό πλάνο διατροφής για όλους τους ασθενείς με ΙΦΝΕ, ενώ δεν υπάρχουν ακόμη δεδομένα που να δείχνουν ότι κάποιο συγκεκριμένο τρόφιμο ή διατροφή προκαλεί, αποτρέπει ή θεραπεύει τις νόσους αυτές.

Οι διατροφικές συστάσεις πρέπει να εξατομικεύονται.

Ο στόχος των διαιτητικών συστάσεων είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων εξασφαλίζοντας μια συνολική επαρκή πρόσληψη και απορρόφηση θρεπτικών ουσιών, βιταμινών και ανόργανων ουσιών. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες βασικές αρχές και κατευθυντήριες γραμμές που μπορεί να είναι χρήσιμες για τους ασθενείς με νόσο του Crohn ή ελκώδη κολίτιδα.  Συνιστάται η πρόσληψη μιας διατροφής πλούσια σε θρεπτικά συστατικά και με μεγάλη ποικιλία τροφίμων.

Για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων:

  • Καταναλώστε μικρά και συχνά γεύματα
  • Καταναλώστε το γεύμα σας με ηρεμία
  • Κρατήστε ένα ημερολόγιο καταγραφής κατανάλωσης τροφίμων και συμπτωμάτων. Αποφύγετε τρόφιμα που πιθανών να προκαλέσουν συμπτώματα όπως οι μη διαλυτές φυτικές ίνες (σπόροι, ξηροί καρποί, φασόλια, πράσινα φυλλώδη λαχανικά, φρούτα και πίτυρο σιταριού), η λακτόζη, τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα λίπους (παγωτό, βούτυρο, μαργαρίνη) η γλουτένη σε περίπτωση ευαισθησίας, η σορβιτόλη και η μαννιτόλη
  • Καταναλώστε μια ποικιλία από λαχανικά και φρούτα σύμφωνα με την ανοχή σας. Αποτελούν σημαντική πηγή θρεπτικών συστατικών και είναι απαραίτητα για μια υγιεινή διατροφή. Επιλέξτε λαχανικά και φρούτα που είναι πιο εύπεπτα, όπως καλά βρασμένες πατάτες, μήλα και πεπόνια. Αφαιρέστε τη φλούδα (το αδιάλυτο τμήμα ινών), αποφύγετε τα σπόρια και προτιμήστε μαγειρεμένα λαχανικά και όχι ωμά λαχανικά κατά τη διάρκεια της έξαρσης της νόσου. Επίσης, αποφύγετε τα λαχανικά που προκαλούν αέρια όπως το μπρόκολο, το κουνουπίδι και τα λαχανάκια Βρυξελλών
  • Περιορίστε τα FODMAP από τη διατροφή σας (ζυμώσιμοι ολιγοσακχαρίτες, δισακχαρίτες, μονοσακχαρίτες και πολυόλες). Στα FODMAPs συγκαταλέγεται η φρουκτόζη, η λακτόζη, οι φρουκτάνες (σκόρδο, κρεμμύδι), γαλακτάνες (όσπρια) και οι πολυόλες (γλυκαντικές ύλες)
  • Μειώστε την ποσότητα λιπαρών, τηγανητών τροφίμων
  • Πίνετε αρκετά υγρά (νερό, αθλητικά ποτά με χαμηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, αραιωμένοι χυμοί φρούτων)
  • Αποφύγετε παγωμένα υγρά, καφεΐνη και καφεϊνούχο τσάι και περιορίστε τη λήψη αλκοόλ
  • Εξετάστε το ενδεχόμενο λήψης συμπληρώματος διατροφής για πρόληψη ανεπαρκειών σε θρεπτικά συστατικά.

Συμπερασματικά, οι διατροφικές συνήθειες των ασθενών με ΙΦΝΕ πρέπει να διερευνώνται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας, προκειμένου να αποφευχθούν οι χωρίς λόγο αυτό-τροποποιούμενοι διαιτητικοί περιορισμοί.

Πηγές:

  1. Larussa, T., Suraci, E., Marasco, R., Imeneo, M., Abenavoli, L., & Luzza, F. (2019). Self-Prescribed Dietary Restrictions are Common in Inflammatory Bowel Disease Patients and Are Associated with Low Bone Mineralization. Medicina55(8), 507.
  2. Diet, Nutrition, and Inflammatory Bowel Disease, https://www.crohnscolitisfoundation.org/