Η παχυσαρκία είναι μια κατάσταση στην οποία ένα άτομο έχει ποσοστό και κατανομή σωματικού λίπους πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα, γεγονός που λειτουργεί επιβαρυντικά για την υγεία του. Η παχυσαρκία είναι ένας καθιερωμένος παράγοντας κινδύνου για διάφορες μορφές καρκίνου.

Για την εκτίμηση της παχυσαρκίας, οι ερευνητές συνήθως χρησιμοποιούν την κλίμακα γνωστή ως δείκτη μάζα σώματος (ΔΜΣ). Ο ΔΜΣ υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος ενός ατόμου (σε κιλά) με το ύψος του σε τετραγωνικά μέτρα (kg/m2).

Οι κατηγορίες αναφορικά με το Δείκτη Μάζας Σώματος έχουν ως εξής:

ΔΜΣ (kg/m2)                      Κατηγορία

<18.5                                     Λιποβαρής

18.5 – 24.9                          Φυσιολογικό

25 – 29.9                              Υπέρβαρο

30 – 39.9                              Παχυσαρκία

                     >40                                  Νοσογόνος Παχυσαρκία

Η παχυσαρκία αποτελεί μια παγκόσμια πρόκληση, ενώ το 2016 ο Διεθνής οργανισμός έρευνας για τον καρκίνο (IARC),  επιβεβαίωσε ότι η περίσσεια σωματικού λίπους σχετίζεται αιτιωδώς με συγκεκριμένες μορφές καρκίνου του οισοφάγου (αδενοκαρκίνωμα), του παχέος εντέρου, του νεφρού, του ενδομητρίου και καρκίνου του μαστού σε μετα-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

Επίσης, μια μεταανάλυση προοπτικών μελετών παρατήρησης το 2015, έδειξε ότι η αύξηση του σωματικού βάρους στους ενήλικες της τάξης των 5 κιλών συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε μετα-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες (11%), καρκίνου του ενδομητρίου (39%),  καρκίνου των ωοθηκών (13%) και καρκίνου του παχέος εντέρου στους άνδρες (9%).

Μια πρόσφατη διεθνής μελέτη (Me-can study), με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν στη Νορβηγία, εξέτασε το δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) και τις μεταβολές του βάρους με την πάροδο του χρόνου, καθώς και τον χρόνο και τη διάρκεια του υπερβολικού βάρους, σε σχέση με την εμφάνιση καρκίνου.

Συγκεντρώθηκαν δεδομένα για τους δείκτες υγείας από έξι Ευρωπαϊκές ομάδες κοορτών και συμπεριλήφθηκαν 221.274 άτομα με δύο ή περισσότερες μετρήσεις ύψους και βάρους κατά τη διάρκεια του 1972-2014. Πραγματοποιήθηκαν αρκετές μετρήσεις βάρους και εκτιμήσεις του δείκτη μάζας σώματος, ενώ οι περιπτώσεις καρκίνου εντοπίστηκαν μέσω των εθνικών μητρώων καρκίνου.

Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι το υπερβάλλων σωματικό βάρος πριν από την ηλικία των 40 ετών, οδηγεί σε αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου κατά: 70% για καρκίνο του ενδομητρίου, 58% για καρκίνο των νεφρικών κυττάρων στους άνδρες, 29% για καρκίνο του παχέος εντέρου στους άνδρες, 15% για καρκίνους που σχετίζονται με την παχυσαρκία (και στα δύο φύλα).

Οι παχύσαρκοι συμμετέχοντες (BMI άνω των 30) εμφάνισαν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου σχετιζόμενο με παχυσαρκία, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες με φυσιολογικό ΔΜΣ. Όπως επισήμανε ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Μπέργκεν, ο κίνδυνος ήταν κατά 64% μεγαλύτερος για τους παχύσαρκους άνδρες συμμετέχοντες και 48% για τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες και τις γυναίκες με φυσιολογικό βάρος αντίστοιχα.

Τα αποτελέσματα από τη μελέτη δείχνουν ότι το υπέρβαρο ή η παχυσαρκία κατά την ενήλικη ζωή οδηγούν σε αυξημένο κίνδυνο μορφών καρκίνου, όπως του μετεμμηνοπαυσιακού καρκίνου του μαστού, του ενδομητρίου, των νεφρικών κυττάρων και του παχέος εντέρου.

Διάφοροι πιθανοί μηχανισμοί έχουν προταθεί για να εξηγήσουν πώς η παχυσαρκία μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ορισμένων καρκίνων.

  • οι παχύσαρκοι άνθρωποι συχνά έχουν μια ήπιας μορφής χρόνια φλεγμονή η οποία μπορεί, με την πάροδο του χρόνου, να προκαλέσει βλάβη στο DNA και να οδηγήσει σε καρκίνο.
  • ο λιπώδης ιστός παράγει υπερβολικές ποσότητες οιστρογόνων, υψηλά επίπεδα των οποίων έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ενδομητρίου, ωοθηκών και κάποιων άλλων καρκίνων.
  • τα παχύσαρκα άτομα έχουν συχνά αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης και αυξητικού παράγοντα-1 (IGF-1) στο αίμα. Η κατάσταση αυτή, γνωστή ως υπερινσουλιναιμία ή αντίσταση στην ινσουλίνη, προηγείται της ανάπτυξης του διαβήτη τύπου 2. Τα υψηλά επίπεδα ινσουλίνης και IGF-1 μπορούν να προωθήσουν την ανάπτυξη καρκίνου του παχέος εντέρου, του νεφρού, του προστάτη και του ενδομητρίου.
  • Τα λιπώδη κύτταρα παράγουν ορμόνες που μπορούν να διεγείρουν ή να αναστέλλουν την κυτταρική ανάπτυξη. Η λεπτίνη, η οποία φαίνεται να προάγει τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων στο αίμα αυξάνεται με το αυξανόμενο σωματικό λίπος. Αντίθετα, η αδιπονεκτίνη  η οποία είναι λιγότερο παρούσα της παχύσαρκους από ό, τι στα άτομα με φυσιολογικό βάρος, μπορεί να έχει αντιπολλαπλασιαστικά αποτελέσματα.

 Συμπερασματικά, η αποτροπή της αύξησης του σωματικού βάρους κατά την ενήλικη ζωή είναι μια σημαντική στρατηγική δημόσιας υγείας για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου.

 Όπως επισημαίνουν και οι συστάσεις από το Παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας για τον καρκίνο για την πρόληψη εμφάνισης κακοήθειας διατηρείτε ένα υγιή σωματικό βάρος και αποφύγετε την αύξηση του σωματικού σας βάρους κατά την ενήλικη ζωή. 

Πηγές:

  1. Obesity and Cancer, National Cancer Institute https://www.cancer.gov/about-cancer/causes-prevention/risk/obesity/obesity-fact-sheet
  2. Gregor MF, Hotamisligil GS. Inflammatory mechanisms in obesity. Annual Review of Immunology 2011; 29:415-445
  3. Gallagher EJ, LeRoith D. Obesity and diabetes: The increased risk of cancer and cancer-related mortality. Physiological Reviews2015; 95(3):727-748.
  4. Tone Bjørge, Christel Häggström, Sara Ghaderi, Gabriele Nagel, Jonas Manjer, Steinar Tretli, Hanno Ulmer, Sophia Harlid, Ann H Rosendahl, Alois Lang, Pär Stattin, Tanja Stocks, Anders Engeland. BMI and weight changes and risk of obesity-related cancers: a pooled European cohort study. International Journal of Epidemiology, 2019; DOI: 10.1093/ije/dyz188
  5. Lauby-Secretan B, Scoccianti C, Loomis D, Grosse Y, Bianchini F, Straif K. Body fatness and cancer–viewpoint of the IARC working group. N Engl J Med 2016;375:794–98
  6. Keum N, Greenwood DC, Lee DH et al. Adult weight gain and adiposity-related cancers: a dose-response meta-analysis of prospective observational studies. J Natl Cancer Inst 2015; 107.